Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

#64 Βιβλίο: "Τα παιδιά της ζωής" του Π.Π.Παζολίνι

 

"Τα παιδιά της ζωής", του Πιερ Πάολο Παζολίνι



Του "Ιδεογράφου"

Τα "Παιδιά της Ζωής" (Ragazzi di Vita) του Πιέρ Πάολο Παζολίνι θα μπορούσαν, αντί για βιβλίο, να ήταν μια ταινία- ίσως και ρεπορτάζ. Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά στην Ιταλία το 1955 (η συγγραφή του άρχισε το 1950) και στην Ελλάδα το 1993 από τις εκδόσεις Οδυσσέας και μετάφραση του Βαγγέλη Ηλιόπουλου.

Ο αφηγητής (που εύλογα θα υποθέσει κάποιος ότι είναι ο ίδιος ο Παζολίνι) ακολουθεί και περιγράφει την καθημερινή ζωή μιας παρέας παιδιών των παραγκουπόλεων της Ρώμης, τα αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο χρόνια. Μιας παρέας που συνεχώς διευρύνεται, όσο ο αρχικός της πυρήνας τριγυρίζει σε όλες τις γειτονιές της Αιώνιας Πόλης. Τα παιδιά αυτά έχουν σπάσει τους οικογενειακούς και κοινωνικούς δεσμούς και περιφέρονται κάνοντας μικροκλοπές και δουλειές του ποδαριού. Ζουν μόνο στο παρόν: ό,τι βγάζουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το ξοδεύουν αμέσως σε ταβέρνες, σινεμά, πόρνες, χαρτοπαιξία. Είναι κομπάρσοι στις αλλαγές της πόλης και της ιταλικής κοινωνίας· αυτοί ουσιαστικά παρατηρούν την μεταμόρφωση των γειτονιών, τα κτήρια που κτίζονται το ένα μετά το άλλο, τις ψηλές πολυκατοικίες που προορίζονταν να στεγάσουν το προλεταριάτο του Νότου. Είναι όμως πρωταγωνιστές αλλού, του περιθωρίου της πόλης. Είναι αρχηγοί εκεί που ο ισχυρότερος επικρατεί και οι κανόνες καθορίζονται από τον τσαμπουκά. Το κράτος υπάρχει απέξω. Δεν μεριμνά, δεν φροντίζει, δεν εκπαιδεύει και αν εμφανιστεί θα εμφανιστεί προσωποποιημένο στην αστυνομία, τροποποιώντας και τους συσχετισμούς της γειτονιάς. Ο αρχηγός της παρέας, ο Ριτσέττο, κλείνεται για τρία χρόνια στη διάσημη φυλακή της Ρετζίνα Κοέλι. Άλλος πλέον γίνεται ο (άτυπος) επικεφαλής. Ο Ριτσέττο αποφυλακίζεται και τοποθετείται αναγκαστικά σε υποδεέστερο ρόλο· σαν να του έσπασε στη φυλακή ο τσαμπουκάς, η εικόνα δυνατού που είχε φιλοτεχνήσει.

 

Ο Παζολίνι, δηλαδή ο αφηγητής, σαν να τους ακολουθεί με μια κινηματογραφική κάμερα και καταγράφει ό,τι βλέπει. Δεν διατυπώνει σκέψεις και εσωτερικές ανησυχίες των πρωταγωνιστών στο κείμενο (μόνο σε ένα σημείο κάνει εξαίρεση)-πως να τις γνωρίζει άλλωστε; Μόνο δράση και ενέργειες. Μόνο κουβέντες στη ρομανέσκο (την διάλεκτο της Ρώμης) διανθισμένη με βρισίδια: τη γλώσσα του λούμπεν προλεταριάτου της πόλης.

 

«Είναι ό,τι σου χρειάζεται!» φώναξ' ο Κατσότα. Ο Μπεγκαλόνε γυρίζοντας μόλις το κεφάλι με τα χέρια χωνί τ' απάντησε απ' την άλλη όχθη:
«Φέρε να πλύνεις την αδερφή σου!»
«Α ρε κασιδιάρη!» έκαν' ο Κατσότα.
«Α ρε κωλοξεσκισμένε!» τ' απάντησε ο Μπεγκαλόνε.

 

(σελ.179)


Στη διάλεκτο της Ρώμης το αντίστοιχο κείμενο είναι:

-Quella te ce vuole! gridò, il Caciotta. Il Begalone con le mani a imbuto, volando appena la testa gli rispose gridando sull' altra riva:
-Viecce a lavà tu sorella!
-A caccoloso!-fece il Caciotta.
-A sgarato 'n culo!-gli rispose il Begalone

 

Η απόδοση αυτής της ιδιόμορφης διαλέκτου, διανθισμένης και με μάγκικες εκφράσεις, στα ελληνικά είναι δυστυχώς προβληματική και δύσκολη. Γιατί δεν υπάρχει αντιστοιχία του φαινομένου των τόσων τοπικών διαλέκτων με το αντίστοιχο χρώμα στη φωνή και τις χειρονομίες που έχει η Ιταλία (κληρονομιά την οποία υπερασπίστηκε ο Παζολίνι με φανατισμό) και το οποίο κατανοεί στο πρωτότυπο κείμενο όποιος έχει ζήσει εκεί. Είναι ένα σημείο χτυπητό στην ελληνική μετάφραση του βιβλίου, για το οποίο όμως ο μεταφραστής δεν ξέρω αν μπορούσε να κάνει κάτι περισσότερο από το να αποδώσει με αργκοτινές φράσεις κομμάτια των διαλόγων ή των περιγραφών. 

 

Πρόκειται για μια απόλυτα ρεαλιστική καταγραφή μιας πραγματικότητας στο περιθώριο της ιταλικής κοινωνίας. Είναι ένα ζωντανό βιβλίο, η δράση είναι αργή, πολλά πράγματα επαναλαμβάνονται όπως στην καθημερινότητα, είναι ένα βιβλίο που όμως παράγει τελικά θλίψη: η ζωή στις μποργκάτες (όπως ονομάζονται οι πολύ φτωχές συνοικίες των πόλεων της Ιταλίας-παλιότερα κανονικές παραγκουπόλεις) συνεχίζεται χωρίς προσδοκίες. Οι άνθρωποι εγκλωβισμένοι στη μιζέρια ζουν προσπαθώντας να επιβιώσουν απλά, να βρουν κάποιες πρόσκαιρες απολαύσεις μέχρι να πεθάνουν...


«Ήμουν δυστυχώς ένα βουτυρόπαιδο. Ο πατέρας μου αξιωματικός η μητέρα μου δασκάλα. Μεγάλωσα στην Βόρεια Ιταλία στο Φρίουλι. Μετά πήγα στην Ρώμη και γνώρισα έναν άγνωστο κόσμο. Τον κόσμο του υποπρολεταριάτου. [....] Εγώ, λοιπόν, το βουτυρόπαιδο, έφτασα στη Ρώμη... και έμεινα κατάπληκτος, εμβρόντητος... από την εμφάνιση του κόσμου που δεν γνώριζα. Μου κινήθηκε το ενδιαφέρον γι' αυτόν τον κόσμο... όπως συμβαίνει με όλα όσα με εντυπωσιάζουν βαθιά. Οι ποιητές μιλούν γι' αυτό που τους συμβαίνει. Οι ποιητές μιλούν γι' αυτά που τους εντυπωσιάζουν. [....] Σ' αυτό το σπίτι έμεινα τρία χρόνια. Εδώ έγραψα το πρώτο μου βιβλίο «Τα παιδιά της ζωής». Είναι μια απάντηση σε όλους αυτούς που λένε... ότι ήρθα στις συνοικίες της Ρώμης για τουρισμό. Έζησα εδώ γιατί ήμουνα πάρα πολύ φτωχός. Ήρθα από το Φριούλι και ήμουνα άνεργος. Έμεινα στη Ρώμη ένα χρόνο ψάχνοντας για δουλειά. Αργότερα βρήκα μια δουλίτσα σε ένα σχολείο. Στο Τσιαμπίνο, πολύ μακριά από εδώ. Δούλευα για 27.000 λιρέτες το μήνα. Έζησα από κοντά τη ζωή στις συνοικίες της Ρώμης. Έγραψα το βιβλίο «Τα παιδιά της ζωής» και την ποιητική συλλογή «Οι στάχτες του Γκράμσι». Έκανα μια ποιητική ανθολογία στην Ιταλική διάλεκτο. Και μια ανθολογία με λαϊκά ποιήματα. Δούλεψα πολύ εκείνη τη χρονιά. Βλέπετε, η πραγματικότητα σας μιλάει. Βλέπετε αυτούς τους στίχους; Σπίτια που τα έχτισαν οι εργάτες με τα χέρια τους. Είναι χαρακτηριστική συνοικία. Δεν είναι σαν τις συνοικίες του υποπρολεταριάτου. Οι συνοικίες που περιγράφω στα βιβλία και στις ταινίες είναι συνοικίες που κατασκεύασε ο φασισμός... σαν στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους φτωχούς.»

 

[από αναδημοσίευση στο μπλογκ Αυτοβιογραφικά

(http://k-m-autobiographies.blogspot.com/2009/01/pier-paolo-pasolini_05.html

αποσπάσματος κειμένου του περιοδικού Οδός Πανός τεύχος 130 Οκτ-Δεκ 2005]

-----------------------------------------------


Άλλο βιβλίο με θέμα τις παραγκουπόλεις: 👉 «Τα αστέρια του Σιντί Μουμέν»

----------------------------------------------------

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου