Η ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΤΖΟΚΕΡ
Παρακολούθησα
την περιβόητη και για πολλούς διαβόητη ταινία «JOKER», η οποία έχει ξεσηκώσει κάποιες αντιδράσεις εδώ
και στο εξωτερικό. Πολλά και διάφορα έχουν γραφτεί και γράφονται για την ταινία.
Για τη βία, για τον αντιήρωά της, για το αν είναι πολιτική ή όχι, για το αν πρέπει
να το δουν οι έφηβοι ή όχι. Ας τα πάρουμε λοιπόν από την αρχή.
Η ταινία πράγματι
περιέχει σκηνές ακραίας βίας, μέσα από τις οποίες ως καλλιτεχνικό έργο κι όχι
ως κυριολεκτική απεικόνιση της πραγματικότητας, έχει και προβάλλει βαθύτερους
ψυχολογικούς και κοινωνικοπολιτικούς συμβολισμούς. Ουδέν κακόν αμιγές καλού όμως,
γιατί μην ξεχνάμε ότι οι θεωρίες βγαίνουν πάντα μέσα από τα άκρα. Εν τούτοις η
παρούσα ανάλυση θα βασιστεί στη θεωρία του Εβραίου ψυχιάτρου Claude Olivenstein, κυνηγημένου
από τη ναζιστική Γερμανία, όπως περιγράφεται στο βιβλίο του «Το μη λεχθέν των
συναισθημάτων». Έχουμε λοιπόν τρεις παράγοντες που πρέπει να συνυπάρχουν, ούτως
ώστε να εκδηλωθεί μια προβληματική συμπεριφορά που συνήθως συνυπάρχει με μια
ψυχική νόσο (συνοσηρότητα). Μια ευάλωτη προσωπικότητα, μέσα σε ένα
δυσλειτουργικό περιβάλλον σε μια δεδομένη κοινωνικοπολιτισμική στιγμή που
ενισχύει το τραύμα, το δημιουργεί ή το ξανανοίγει. Εδώ τα έχουμε και τα τρία.
Έναν μοναχικό άντρα με προβληματική συμπεριφορά που προέρχεται από
επαναλαμβανόμενα τραύματα, ένα νοσηρό οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον με
αδιάκοπη και συστηματική κακοποίηση σωματική και ψυχική και μια κοινωνικοπολιτισμική
στιγμή που «μυρίζει μπαρούτι» και περιμένει την τελευταία φιτιλιά για να γίνει
έκρηξη.
Το άτομο που δεν εξέφρασε συναισθήματα και δεν ακούστηκε
Προτού γίνει
Τζόκερ, ο Άρθουρ Φλεκ είναι ένας μοναχικός άντρας, με πρόβλημα συμπεριφοράς (γελάει
νευρικά σε τακτά χρονικά διαστήματα). Μέσα του υπάρχει καλοσύνη και τεράστια
ανάγκη για να τον ακούσουν, να τον αποδεχτούν και να τον αγαπήσουν. Αυτή την
πληρότητα και την ευτυχία της ενσυναίσθησης και στη συνέχεια της αποδοχής και της
αγάπης δεν τη νιώθει ούτε για ένα δευτερόλεπτο στη ζωή του, με αποτέλεσμα να
χτίζει σιγά σιγά, για να αμυνθεί, το δικό του κόσμο, στον οποίο φαντασιώνεται
ότι το κοινό αναγνωρίζει το καλλιτεχνικό του ταλέντο, ότι μια γειτόνισσα που
συνάντησε στο ασανσέρ τελικά τον ερωτεύεται και τον κατανοεί κι ότι
καταξιώνεται από τον κοινωνικό περίγυρο και την ευρύτερη κοινότητα. Η φαντασία
του δεν τον προδίδει γι’ αυτό καταφεύγει εκεί, μα η πραγματικότητα, στην οποία
μοιραία επιστρέφει, είναι αμείλικτη. Κάθε φορά και χειρότερη. Η ιστορία του ξεδιπλώνεται αργά. Κάθε σελίδα
στο βιβλίο της ζωής του αποκαλύπτει στους θεατές σταδιακά, πλευρές οδυνηρές και
ανομολόγητες. Πλευρές που και ο ίδιος έχει απωθήσει αλλά που έχουν αφήσει
ανεξίτηλα σημάδια στον ψυχισμό του.
Το νοσηρό οικογενειακό- κοινωνικό περιβάλλον
Ο κύκλος της βίας
ξεκινάει αντίστροφα. Από το παρόν.
Κακοποιείται
βάναυσα από μια συμμορία νεαρών, ζει σε ένα νοσηρό περιβάλλον με την άρρωστη
μητέρα του, βιάζεται από το «φίλο» και συνεργάτη του ως ένδειξη αγάπης,
απολύεται επανειλημμένως από δουλειές λόγω μιας σειράς ατυχών συμβάντων και
αντί για την εμψύχωση και την καταξίωση, γνωρίζει τη γελοιοποίηση σε ένα
τηλεοπτικό σόου από έναν δημοφιλή τηλεπαρουσιαστή. Τέλος αποκαλύπτεται η
κακοποίησή του από παιδί, λόγω της εγκληματικής αμέλειας της μητέρας του, καθώς
και η σχέση της με τον υποψήφιο δήμαρχο που υπόσχεται μεταμόρφωση στο Γκόθαμ
Σίτυ, εκκαθάριση και αναγέννηση. Τότε
η μεταμόρφωση είναι αυτή που συμβαίνει στον Άρθουρ. Η ακραία βία που υφίσταται
θα τον μεταμορφώσει από θύμα σε θύτη. Ο Άρθουρ θα διαπράξει μια σειρά
εγκλημάτων, για να εξαφανίσει όλα τα κακοποιητικά στοιχεία που διαμόρφωσαν την
εξαθλιωμένη ύπαρξή του. Τρία κακομαθημένα, μεθυσμένα και προκλητικά “golden boys” που απείλησαν μια γυναίκα και τον ίδιο, το βιαστή φίλο
του, τη μητέρα του, το διάσημο τηλεπαρουσιαστή που τον εξευτέλισε και το
φανφαρόνο, υποκριτή υποψήφιο δήμαρχο της πόλης.
Εδώ
ακριβώς είναι που φεύγουμε από την ατομική- ψυχολογική διάσταση και
μεταβαίνουμε στην πολιτικοκοινωνική διάσταση της ταινίας.
Η
κοινωνικοπολιτισμική στιγμή «Το κερασάκι στην τούρτα»
Παράλληλα
με την ιστορία του Άρθουρ, εκτυλίσσεται και μια σειρά παραβατικών κι επιθετικών
ενεργειών βίας στην πόλη. Η πόλη αυτή δεν είναι τυχαία. Είναι μια από τις γωνιές
της καπιταλιστικής πρωτεύουσας που οι ταξικές αντιθέσεις είναι έντονες. Οι
πλούσιοι και κάτοχοι των κερδοφόρων επιχειρήσεων και της εξουσίας εκπρόσωποι
των Μ.Μ.Ε και της πολιτικής ασκούν ανελέητα την εξουσία τους, προβαίνουν σε ρητορικές
φανφάρες, προκειμένου να κερδίσουν ψήφους, ακροαματικότητα και δόξα. Την ίδια
στιγμή παρουσιάζονται ταλαιπωρημένοι βιοπαλαιστές, μονογονεϊκές οικογένειες, νάνοι
που ζουν σε βρώμικα κι ερειπωμένα κτίρια, κρατικά κονδύλια να κόβονται και να χάνονται
δουλειές και ζωές, πιτσιρικάδες με προσωπικά αδιέξοδα να ξεσαλώνουν και να
ξεσπούν το θυμό τους σε συμμορίες.
Μέσα σε όλο αυτό το εφιαλτικό σκηνικό και με
αφορμή την πρώτη δολοφονία από τον κλόουν Άρθουρ, έρχεται η απαξιωτική
δήλωση του υποψήφιου δημάρχου για τους κλόουν που πλέον αποτελούν το σύμβολο των
απανταχού φτωχών, ανέργων, ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Ένα γεγονός απομένει να
συμβεί που θα πυροδοτήσει μια κοινωνική έκρηξη, μια εξέγερση. Το γεγονός αυτό
δεν αργεί να συμβεί. Άλλωστε φαντάζει αναπόφευκτο. Ο Άρθουρ παρουσιάζεται ως
καλεσμένος στο σόου του διάσημου παρουσιαστή που τον είχε εξευτελίσει και τον
δολοφονεί μπροστά στα έντρομα μάτια του κοινού.
Ο
Άρθουρ συλλαμβάνεται από την αστυνομία αλλά μετά από μια σφοδρή σύγκρουση του
περιπολικού με αμάξια διαδηλωτών, φυγαδεύεται από τους αντιεξουσιαστές και
γίνεται ήρωας. Καθώς τον ζητωκραυγάζουν ο Άρθουρ δικαιώνεται ανορθόδοξα. Επιτέλους
βρίσκει την αναγνώριση που λαχταρούσε σε όλη του τη ζωή. Όχι όμως ως ήρωας αλλά
ως αντιήρωας. Ως σύμβολο του αγώνα όλων εκείνων των ανθρώπων και των κοινωνικών
ομάδων που δεν ακούγεται η φωνή τους, που δε γνωρίζουν στήριξη και υπεράσπιση
όταν αδικούνται, που κανείς δε νοιάζεται για το πως επιβιώνουν ούτε για το αν
επιβιώνουν, που έχουν ψυχική ασθένεια, που περιθωριοποιούνται, που γνωρίζουν το
ρατσισμό, την περιφρόνηση και το φόβο απέναντι στη διαφορετικότητά τους.
Ζούμε
σε μια κοινωνία που η πολιτική και οι πολιτικοί, προερχόμενοι από την ταξική «αφρόκρεμα»
γεμίζουν τον κόσμο, το πλατύ στρώμα του κόσμου με άπειρες υποσχέσεις, για να
ικανοποιήσουν τις προσωπικές τους φιλοδοξίες. Μόλις εκλεγούν, θα ευνοήσουν τους
ημέτερους έχοντες και κατέχοντες, θα δημιουργήσουν το καθεστώς που θα
εξασφαλίσει τον έλεγχο και την εξουσία και θα καταχωνιάσουν ένα μεγάλο κομμάτι
του κόσμου στα μη υπάρχοντα. Ο Άρθουρ στο ημερολόγιό του γράφει «Όταν έχεις μια
ψυχική ασθένεια, ο κόσμος απαιτεί να συμπεριφέρεσαι σαν να μην την έχεις». Τελικά
ποιος δημιουργεί την ψυχική ασθένεια; Τελικά ποιος την έχει; Εγώ θα έλεγα πως
νοσεί η ίδια η κοινωνία και ο Άρθουρ είναι δημιούργημά της. Η κοινωνία
δημιουργεί ψυχασθενείς, παραβατικούς, ναρκομανείς και τους βάζει στο περιθώριο.
Τους απομονώνει γιατί δε θέλει να βλέπει τα χάλια της. Την ίδια στιγμή
υποκρίνεται ότι δε νοσεί, χαμογελώντας σαν κλόουν με το σοβατισμένο της πρόσωπο.
Κάνει ακριβώς αυτό που γράφει ο Άρθουρ στο ημερολόγιό του. Κάνει σαν κλόουν.
Ο
πολιτικός συμβολισμός
Ο
Τζόκερ δεν είναι μια πολιτική ταινία με την έννοια της ζωής ενός ηγέτη ή την
επανάσταση ενός λαού ενάντια στον κατακτητή. Έχει όμως έναν πολιτικό συμβολισμό
ενάντια στις ανισότητες και αδικίες του καπιταλισμού με αντιεξουσιαστικές
προεκτάσεις, γιατί συν τοις άλλοις καυτηριάζει την υποκρισία των εκπροσώπων της
πολιτικής εξουσίας. Είναι μια κραυγή διαμαρτυρίας απέναντι στο ψεύτικο
δημοκρατικό και φιλολαϊκό προσωπείο που πολλές κυβερνήσεις προβάλλουν,
καλύπτοντας τον αυταρχισμό και τη σκληρότητά τους. Ήρθε εδώ και ο δικός μας ο
Χρυσοχοΐδης, μιμούμενος ανάλογες, σπασμωδικές στο εξωτερικό, να στείλει
ενόπλους σε αθηναϊκό σινεμά να μαζέψουν τους 16άρηδες που παρακολουθούσαν το «Τζόκερ».
Καταστολή της πλάκας, όταν οι 16άρηδες έχουν ήδη έρθει σε επαφή στο διαδίκτυο
με πολύ χειρότερη βία αφενός, αφετέρου όποιος πιστεύει ότι αυτές οι κινήσεις θα
τους συνετίσουν, είναι πολύ μακριά νυχτωμένος. Τον 16άρη, τον επαναστατημένο έφηβο,
τον ψυχικά ασθενή, τον άνεργο, τον φτωχό δεν του περνάς τις χειροπέδες. Του
αφαιρείς τις χειροπέδες, τον ακούς, τον κοιτάζεις στα μάτια, με το βλέμμα και
τη γλώσσα που χρησιμοποιείς, τον προσκαλείς σε έναν κόσμο καταξίωσης. Τον
κάνεις να πιστέψει στον εαυτό του, να νιώσει χρήσιμος και σημαντικός. Γιατί
είναι σημαντικός. Όλοι μας είμαστε μέσα από τη μοναδικότητα και τη
διαφορετικότητά μας. Η πρόταση είναι να εστιάζουμε στα εφόδια, στην ψυχική και
πνευματική δυναμική του άλλου κι όχι στο έλλειμμά του, στο ελάττωμά του, στη
νόσο του, στην ταπεινή του καταγωγή ή στην προβληματική συμπεριφορά. Τα ελλείμματα
από κάπου πηγάζουν και πηγάζουν από την ίδια πηγή με τα αποθέματα. Δεν έχουν
όλοι την ίδια τύχη να γεννιούνται σε υγιή και υποστηρικτικά περιβάλλοντα, με εμψυχωτικές
συμπεριφορές τριγύρω. Δεν έχουν όλη την ίδια τύχη να γεννιούνται υγιείς,
αρτιμελείς και οικονομικά εύρωστοι. Και ναι η κοινωνία είναι βαθιά ταξική και
κακοποιητική, γιατί δε βασίζεται στη διάκριση με σεβασμό στη διαφορετικότητα
αλλά στη διάκριση που πλέκει το εγκώμιο του ισχυρότερου, του δυνατότερου, του
ομορφότερου και του πλουσιότερου. Κάποιοι λοιπόν είναι «παιδιά ενός κατώτερου
θεού» και όσες υποστηρικτικές ομάδες και δομές κι αν υπάρχουν, δεν μπορούν να
απαλύνουν τον πόνο που προκύπτει τόσο από την ιδιαιτερότητα όσο και από το
διάχυτο θυμό που επικρατεί έξω και που αυτά τα παιδιά τον εισπράττουν πολύ πιο οδυνηρά,
αφού οι άμυνές τους είναι πεσμένες ή ανύπαρκτες. Κάποιοι θα βρουν ενήλικους
υποστηρικτές και θα γλυτώσουν, θα βρουν γαλήνη και δημιουργικούς δρόμους.
Κάποιοι θα αξιοποιήσουν την ιδιαιτερότητα και ίσως γίνουν «Μπάτμαν». Κάποιοι θα
χαθούν σε μια ζωή χωρίς νόημα και θα σβήσουν ανάλογα, περνώντας στην ανυπαρξία του
θανάτου που δε θα έχει καμία διαφορά με τη ζωή που έζησαν και κάποιοι θα γίνουν
«Τζόκερ». Ο Τζόκερ είναι η ενσάρκωση του απόλυτου κακού σε αντιδιαστολή με το
απόλυτο καλό. Αυτό που πρέπει να αντιληφθούμε είναι πως και τα δύο αυτά
υπάρχουν μέσα μας, σε όλους μας και ότι είναι «δανεικά».
Οι
έφηβοι και ο Τζόκερ
Οι
έφηβοι που είναι ευάλωτοι, γιατί μοιάζουν με τον αστακό που αλλάζει
καβούκι και αυτή η αλλαγή γίνεται στην εφηβεία, έρχονται σε επαφή με πολλές εικόνες
που μπορούν να ποτίσουν το εκτεθειμένο μεδούλι τους. Ωστόσο διακρίνονται για
τον εγωκεντρισμό τους, το αίσθημα παντοδυναμίας και την επαναστατικότητά τους απέναντι
σε οτιδήποτε κατεστημένο. Σε κάθε καταστολή και απαγόρευση ή υποτάσσονται
φοβισμένα για να ξεσπάσουν αργότερα και άκαιρα, παρατείνοντας γραφικά πλέον την
εφηβεία τους ή θα πάνε κόντρα και θα κάνουν αυτό που θέλουν για να ικανοποιηθούν.
Για να μετατραπούν οι αντιήρωες σε ήρωες μέσα τους, θα πρέπει να μην έχουν
ακουστεί, να έχουν καταπιεστεί, να έχουν ασυνείδητα ή συνειδητά κακοποιηθεί και
να έχουν θυμώσει. Τι θα κάνει ο γονιός λοιπόν; Ασφαλώς δε θα απαγορεύσει την
παρακολούθηση της ταινίας. Δεν καταλαβαίνω γιατί ο 16άρης μπορεί να αλλάζει
φύλο, ο 17άρης να ψηφίζει αλλά να μην μπορεί να δει την ταινία. Ο γονιός θα τον
αφήσει και θα είναι από δίπλα του κι όχι από πάνω του για να την συζητήσει μαζί
του. Κι όταν λέμε να συζητήσει, περισσότερο να ακούσει παρά να κάνει κήρυγμα.
Από 15 ετών και πάνω και με αυτές τις προϋποθέσεις, δεν υπάρχει πρόβλημα. Από
εκεί και κάτω ναι μεν αποφασίζει ο γονιός αλλά επειδή πολλοί γονείς έχουν
άγνοια κινδύνου, καλό είναι να ρωτήσουν ειδικούς όπως επίσης να υπάρχει
προσωπικό στους κινηματογράφους που να τηρεί το νόμο. Απλά πράγματα. Παιδιά
κάτω των 14 ετών δεν πρέπει να δουν αυτήν την ταινία, γιατί θα τραυματιστούν
από το βάρος της και τις σκηνές βίας με δυσθεώρητες και μακροχρόνιες συνέπειες
για την ψυχική τους υγεία.
Σίβυλλα
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου