Πωλ Τίμμπετς: Η δημιουργία ενός μαζικού δολοφόνου
του «Ιδεογράφου»
Με αφορμή την επέτειο από την ρίψη των ατομικών βομβών
στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, ας μιλήσουμε γι αυτόν που έριξε την πρώτη.
Όχι τον Χάρρυ Τρούμαν, τον τότε πρόεδρο της Αμερικής, εκείνον που αποφάσισε
δηλαδή την ακαριαία δολοφονία δεκάδων χιλιάδων αμάχων, αλλά τον τελευταίο τροχό
της αμάξης, τον φυσικό αυτουργό, τον κυβερνήτη του βομβαρδιστικού Β-29
συνταγματάρχη Πωλ Τίμμπετς (γεν.1915-θαν.2007). Πως φτάνει
ένας άνθρωπος στο σημείο σε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου να σκοτώσει 100.000
αμάχους; Να σκορπίσει τη φρίκη χρησιμοποιώντας ένα βομβαρδιστικό που βάφτισε με
το όνομα της μητέρας του, "Ενόλα Γκέυ", που η μάνα παραπέμπει στην
τρυφερότητα [1];
Ας δούμε τι είπε σε μια συνέντευξη του ο Φρεντ Ολίβι, συγκυβερνήτης στο Β-29 που βομβάρδισε το Ναγκασάκι (υπογράμμιση και μετάφραση δική μου):
"Δεν μετάνιωσα ποτέ που έριξα τη Βόμβα στο
Ναγκασάκι, στόχο που επιλέξαμε διότι δεν μπορούσαμε να ισοπεδώσουμε την
Κοκούρα. Μόνο μια στιγμή πριν τη ρίξουμε σκέφτηκα ότι τώρα θα σκοτώναμε γέρους,
γυναίκες και παιδιά. Έπειτα μου ήρθανε στο μυαλό αυτά τα γιαπωνεζάκια
και οι γιαπωνέζες που ορμούσανε στους Αμερικάνους στρατιώτες με κρυμμένα
παλούκια ποτισμένα με δηλητήριο για να τους σκοτώσουν. Όχι δεν με
στενοχωρεί που έριξα τη Βόμβα. Επειδή άλλωστε με αυτήν την επιχείρηση δώσαμε
τέλος στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Χωρίς την ατομική ίσως σήμερα πολλά μωρά των
ΗΠΑ δεν θα είχαν γεννηθεί: Σε περίπτωση απόβασης στην Ιαπωνία οι παππούδες τους
θα σκοτωνόταν και οι πατεράδες τους δεν θα είχαν γεννηθεί ποτέ. [2]"
Η βασική δικαιολογία που χρησιμοποίησαν τα
πληρώματα των δυο βομβαρδιστικών είναι ότι με την ενέργειά τους σώθηκαν
εκατομμύρια ζωές, αμερικάνικες και γιαπωνέζικες (!) καθώς και ότι είχαν να
αντιμετωπίσουν ένα λαό-καμικάζι, όπου καμία συνεννόηση δεν ήταν εφικτή. Έναν
στρατό για τον φαντάρο του οποίου η ζωή δεν έχει καμία αξία. Για την κοινή
γνώμη και τους ίδιους τους στρατιωτικούς, απόδειξη αυτού ήταν οι καμικάζι.
Οι πρώτοι πιλότοι καμικάζι στον Ειρηνικό
εμφανίστηκαν όταν οι Αμερικάνοι επιχείρησαν την κατάληψη των Φιλιππίνων τον
Οκτώβρη του 1944. Η απόγνωση των Γιαπωνέζων μιλιταριστών, εξαιτίας των
συντριπτικών ηττών που δέχονταν στη σειρά σε όλα τα μέτωπα του Ειρηνικού, τους
οδήγησε στο να συγκροτήσουν ειδικές αεροπορικές μονάδες που ως αποκλειστική
αποστολή είχανε να ρίξουνε τα αεροπλάνα τους πάνω στα πολεμικά πλοία των
Αμερικάνων.
Δεν ήταν δύσκολο να βρούνε εθελοντές. Η
στρατιωτική δικτατορία της Ιαπωνίας εκπαίδευε στο μιλιταρισμό και στην υποταγή
στη θέληση του αυτοκράτορα τα παιδιά από πολύ μικρά. Ένα μίγμα εθνικισμού,
κώδικα τιμής και θρησκευτικού μυστικισμού χορηγήθηκε σε χιλιάδες τελικά νέους
που εκπαιδεύονταν συνοπτικά στο να πιλοτάρουν αεροπλάνα, όχι για αερομαχίες
αλλά, για να συντριβούν πάνω στα αεροπλανοφόρα των ΗΠΑ.
Αεροπόροι "καμικάζι" είχαν εμφανιστεί σε
μαζική σχετικά κλίμακα [3] πάνω
από τους ουρανούς της Μόσχας και του Λένινγκραντ πολύ πιο
πριν, το Δεκέμβρη του 1941. Οι σοβιετικοί πιλότοι εμβόλιζαν με τα καταδιωκτικά
τους τα γερμανικά βομβαρδιστικά όταν τους τελειώνανε οι σφαίρες. Έτσι
κατέρριψαν δεκάδες αεροπλάνα την περίοδο που ο τεχνολογικός εξοπλισμός δεν τους
βοηθούσε ιδιαίτερα. Οι συνθήκες σ' αυτήν την περίπτωση ήταν βέβαια πολύ
διαφορετικές. Δεν είχε συγκροτηθεί κανένα ειδικό σώμα, η ενέργεια θεωρούταν
συνέχεια της αερομαχίας, οι πιλότοι υπερασπίζονταν τα σπίτια τους, και σε
τελική ανάλυση οι περισσότεροι γλίτωναν πηδώντας με το αλεξίπτωτο μετά τον
εμβολισμό.
Το πρώτο θύμα στον Ειρηνικό ήταν το αεροπλανοφόρο
"Σαίντ Λώ" το οποίο βυθίστηκε μετά από 15 λεπτά. Όσο περνούσαν οι
μέρες ολοένα και περισσότερα πολεμικά πλοία, μικρά και μεγάλα, δέχονταν επιδρομές από
ολόκληρα σμήνη καμικάζι. Το σοκ ήταν τεράστιο για τους Αμερικάνους ναύτες και
το Υπουργείο Πολέμου των ΗΠΑ απέκρυψε για μεγάλο χρονικό
διάστημα από την κοινή γνώμη την τροπή που έπαιρνε η μάχη στον Ειρηνικό. Μια
μάχη χωρίς κανόνες, χωρίς αιχμαλώτους, χωρίς ιδεολογία, χωρίς οίκτο. Από ένα
σημείο και μετά ήταν φυσικά αδύνατο να καλυφτεί η απειλή των καμικάζι οπότε οι
Αμερικάνοι στρατιωτικοί αξιοποίησαν τον ιαπωνικό φανατισμό προς όφελός τους.
Θα πρέπει να ειπωθεί ότι ο πόλεμος στον Ειρηνικό δεν
ήταν όπως στην Ευρώπη, όπου συγκρούονταν δυο εντελώς αντίθετες ιδεολογίες και
πολιτικά συστήματα, ο σοσιαλισμός και ο ιμπεριαλισμός (στη ναζιστική-φασιστική
του εκδοχή) με αποτέλεσμα η κατήχηση του στρατιώτη να πάρει αναγκαστικά και
πολιτικά χαρακτηριστικά. Στα μαγευτικά κοραλλιογενή νησάκια του Ειρηνικού
συγκρούονταν δυο ιμπεριαλισμοί και ο τόνος συνεπώς ήταν άλλος: ο Αμερικάνος
φαντάρος δεν ήταν απελευθερωτής, δεν ήταν φορέας κάποιας ιδεολογίας, δεν
εκδικούνταν για τα μέλη της οικογένειάς του που εξανδραποδίστηκαν, για το χωριό
του που κάηκε. Εκδικούνταν ίσως για τους συναδέλφους του- εκεί έστρεψε την κουβέντα
το Γενικό Επιτελείο-, για την φρίκη που ζούσαν για να κυριεύσουν μια σπιθαμή
γης στη μέση της θάλασσας, για τον τρόμο που βίωναν βλέποντας και μόνο το
αεροπλάνο που κατευθυνόταν πάνω τους, για την απογοήτευση που ένιωθαν που δεν έβλεπαν κανένα σημάδι συνθηκολόγησης από τον αντίπαλο στρατιώτη. Ο Τίμμπετς
αργότερα σε μια από τις πολλές συνεντεύξεις του είπε:
"Δεν έχω χάσει ούτε μια νύχτα ύπνου με αυτήν
την υπόθεση. Σκέφτομαι ότι έκανα το σωστό. Έχω την υποστήριξη χιλιάδων φαντάρων
και αξιωματικών που σηκώνονται και μου λένε: "Μου έσωσες τη θέση".
Αυτό ήθελα και γι'αυτό είμαι διαολεμένα ευτυχής!"
Πράγματι, αν παρακολουθήσει κανείς ομιλίες αξιωματικών
προς στρατιώτες στα διάφορα ντοκυμανταίρ θα βρει τους βασικούς άξονες
δημιουργίας των χιλιάδων Πωλ Τίμμπετς του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
- Οι Ιάπωνες παρουσιάζονται ως καθυστερημένος λαός,
υπάνθρωποι που δεν αξίζει να ρισκάρει κανείς για να τους αιχμαλωτίσει.
Άλλωστε και οι ίδιοι φέρονται απάνθρωπα στους άτυχους Βρετανούς και
Αμερικάνους αιχμαλώτους.
- Ο Αμερικάνος στρατιώτης κουβαλάει την αποστολή
της εκδίκησης για το Περλ Χαρμπορ. Ακόμα και τέσσερα χρόνια μετά από την
επίθεση των γιαπωνέζων που κόστισε περίπου χίλια θύματα, ως επί το
πλείστον στρατιωτικούς, το τροπάρι ήταν το ίδιο. Ο Αρχηγός των αεροπορικών
δυνάμεων του Ειρηνικού στρατηγός Καρλ Σπάατς στην ομιλία
του προς το πλήρωμα του Ενόλα Γκέυ το προηγούμενο βράδυ της αποστολής στη
Χιροσίμα είπε:
"Η αυριανή μέρα θα μείνει στην ιστορία του
Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ως η ρεβάνς για την προδοτική επίθεση στο Περλ
Χάρμπορ. Τώρα είναι η δική σας ώρα. [4]"
- Η Αμερικάνικη κυβέρνηση παρέχει τον καλύτερο
εξοπλισμό για τα παιδιά της που μάχονται. Αρκεί στον καθένα να αποδείξει
ότι είναι άξιος χειριστής και πολεμιστής ώστε να γλυτώσει τη ζωή του και
τη ζωή των συναδέλφων του. Ο Τίμμπετς έδωσε και αυτή τη διάσταση στην
αποστολή του:
"Αυτό που τους εξυπηρετούσε (σ.σ
τους στρατηγούς) ήταν κάποιος που να μπορούσε να το κάνει χωρίς λάθη
και αυτός ο κάποιος ήμουν εγώ[...] Δεν είμαι περήφανος που σκότωσα 80.000
ανθρώπους, όμως είμαι περήφανος που ξεκίνησα χωρίς τίποτα, σχεδίασα όλην την
επιχείρηση και κατάφερα να την φέρω εις πέρας τέλεια. Τις νύχτες κοιμάμαι μια
χαρά."
Η ρίψη των ατομικών βομβών ήταν αχρείαστη από
στρατιωτική άποψη. Μετά την στρατηγικής σημασίας κατάληψη της νήσου Οκινάουα
τον Απρίλη του 1945 ο πόλεμος είχε ουσιαστικά περιοριστεί σε αεροπορικούς
βομβαρδισμούς. Η κατάσταση για την
Ιαπωνία ήταν κατάσταση ολικής ήττας: Ο στόλος και η αεροπορία είχαν καταστραφεί
ολοσχερώς. Οι περιοχές στρατηγικής σημασίας, που είχαν καταλάβει στην αρχή του
πολέμου και ήταν γεμάτες από πρώτες ύλες απαραίτητες για τη λειτουργία ενός
βιομηχανικού κράτους και μιας πολεμικής μηχανής, είχαν χαθεί ή αποκοπεί. Οι
κινέζοι και βιετναμέζοι αντάρτες είχαν απελευθερώσει μεγάλες εκτάσεις των χωρών
τους, Οι Αμερικάνοι και οι Άγγλοι πρόσθεταν στρατεύματα λόγω του τέλους του
Ευρωπαϊκού πολέμου και η Σοβιετική Ένωση μάζευε μεγάλες δυνάμεις (όπως είχε
δεσμευτεί στη Συνδιάσκεψη της Γιάλτας) για να χτυπήσουν τις
μοναδικές άθικτες μεραρχίες των Ιαπωνέζων, δηλαδή αυτές της Μαντζουρίας.
Στο εσωτερικό η βιομηχανική και αγροτική παραγωγή είχε διαλυθεί και ήδη σημαντικά κομμάτια του στρατού ήταν έτοιμα να στασιάσουν. Ήδη από τον Ιούλη είχε συμφωνηθεί η παράδοση και αυτό οι Αμερικάνοι το ήξεραν: Είχαν υποκλέψει τα μηνύματα του Τόκιου στον ιάπωνα πρέσβη στην Μόσχα, με τα οποία τον εξουσιοδοτούσαν να ανοίξει κανάλια διαπραγματεύσεων, αρχικά με ουδέτερες διαμεσολαβήτριες χώρες (Σουηδία), για μια παράδοση που δεν θα θίγει τον αυτοκρατορικό θρόνο. Μάλιστα, σε μια αεροπορική τους επιδρομή, οι αμερικάνοι έριξαν τρία εκατομμύρια προκηρύξεις με την ιαπωνική πρόταση στις ιαπωνικές πόλεις. Το αρνητικό παράδειγμα της Γερμανίας που προτίμησε την ολοσχερή καταστροφή από την συνθηκολόγηση δεν ήταν άγνωστο στους ιάπωνες συμμάχους τους. Και το γεγονός ότι ο ιαπωνικός λαός δέχτηκε, όπως αποδείχτηκε τελικά, την παράδοση στωϊκά, χωρίς ακρότητες (με εξαίρεση κάποιους μιλιταριστές που αυτοκτόνησαν) δείχνει ότι όλα είχαν ουσιαστικά τελειώσει, χωρίς να χρειαστεί απόβαση στα ιαπωνικά νησιά, που θα στοίχιζαν αναμφίβολα δεκάδες χιλιάδες νεκρούς. Η ειρωνεία είναι ότι με τη χρήση της ατομικής βόμβας διαφώνησε και ο πτέραρχος Κέρτις Λεμέυ, ο θιασώτης των μαζικών βομβαρδισμών αμάχων: Δεν χρειάζεται, είπε, γιατί σε λίγους μήνες θα τους έχουμε τελειώσει χωρίς να απαιτηθεί απόβαση. Το ίδιο το Υπουργείο Πολέμου των ΗΠΑ, σε έκθεση του στις 30 Ιουνίου 1945 σημείωνε ότι η είσοδος της ΕΣΣΔ στον πόλεμο του Ειρηνικού θα ήταν το καθοριστικό σημείο για τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας [5].
Ήταν όμως χρήσιμη από πολιτική άποψη και ήταν επιτακτικό να γίνει σε ζωντανό στόχο, ακριβώς για να καταδειχτεί η τεράστια στρατιωτική και άρα πολιτική της σημασία• ότι με αυτήν, ανατρέπεται και ο συσχετισμός δυνάμεων παγκοσμίως [6]. Ας δούμε πως εκφράστηκαν οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της βόμβας αμέσως μόλις έμαθαν τι έγινε στη Χιροσίμα:
Χάρρυ Τρούμαν: "Πρόκειται για τη μεγαλύτερη στιγμή στην
ιστορία" (σ.σ. απίθανο να εννοεί τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας).
Ουίνστον Τσώρτσιλ (στον στρατάρχη Άλαν Μπρούκ): "Επιτέλους,
έχουμε τώρα κάτι στα χέρια μας το οποίο θα επαναφέρει την ισορροπία με τους
Ρώσσους [7]".
(σ.σ. πλήρης ομολογία προθέσεων).
Το πλήρωμα του "Ενόλα Γκέυ" περίμενε με
αγωνία να σκάσει η βόμβα και όταν αυτό έγινε μείνανε όλοι σιωπηλοί. Μετά
άρχισαν να μιλάνε όλοι μαζί, μια ξαφνική φασαρία, και στη συνέχεια όλοι
σιώπησαν πάλι μέχρι την επιστροφή στο αεροδρόμιο. Κάποιοι, όπως ο Πωλ Τίμμπετς,
κοιμήθηκαν. Κοιμήθηκαν! Στις συνεντεύξεις που πάρθηκαν μεταγενέστερα κανείς από
τους δώδεκα δεν έδειξε να μετανιώνει [8]. Όλοι επαναλαμβάνανε το ίδιο πράγμα:
Κάναμε το στρατιωτικό μας καθήκον. Μόνο ο δεύτερος συγκυβερνήτης, ο Ρόμπερτ
Λιούις, έγραψε στο ημερολόγιο τις λέξεις:
"Ω θεέ μου, τι κάναμε!"
Παραπομπές:
[1]: Ο Τίμμπετς ονόμασε το αεροσκάφος του έτσι ειδικά
για αυτήν την αποστολή. Πριν το αεροσκάφος δεν είχε όνομα, παρά μόνο αριθμό
(Νο.82)
[3]: Και στον ελληνοιταλικό πόλεμο ένας έλληνας
αεροπόρος εμβόλισε ένα ιταλικό βομβαρδιστικό. Αυτά γίνονταν συχνά σε
αερομαχίες.
[4]: Dobrillo Duis:"Archipelaghi in fiamme",
εκδ. Mursia 1989, σελ.178
[6]: Ο
(συμβατικός) βομβαρδισμός του Τόκιου τον Μάρτη του 1945, που στοίχισε σε νεκρούς
όσο και ο ατομικός βομβαρδισμός της Χιροσίμας, κόστισε στους Αμερικάνους πολύ
λιγότερο από όσο κόστισε η κατασκευή της ατομικής βόμβας.
[7]: "Οι Φλόγες του Πολέμου" τόμος 16
σελ. 61 εκδ. Γνώμων Εκδοτική
[8]: Μόνο ο Κλώντ
Ήδερλυ, ο πιλότος του βομβαρδιστικού "Στρέιτ Φλας" που συνόδευε
το "Ενόλα Γκέυ" για μετεωρολογικές μετρήσεις, λύγισε και κλείστηκε σε
ψυχιατρικό νοσοκομείο για πολλά χρόνια.
Μια πηγή:
https://apjjf.org/-Peter-J.-Kuznick/2642/article.html
Αποτύπωμα νεκρού της Χιροσίμας |
Προηγούμενο "Μικρό της Ιστορίας": Η απόπειρα δολοφονίας του Τολιάττι
Επόμενο "Μικρό της Ιστορίας": Η δολοφονία του Ενρίκο Ματτέι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου