Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2022

#71 Συνθηματολογία V: "Αυτοοργανωμένες ποδοσφαιρικές ομάδες"

 

Συνθηματολογία

Επιστήμη παρατήρησης και αποτύπωσης


Του "Ιδεογράφου"


Παιδικά χρόνια χωρίς μπάλα δεν νοούνται. Δεν υπάρχει χαρά, δεν υπάρχει παιχνίδι. Και ξέρετε γιατί οι σημερινοί ποδοσφαιριστές είναι ψυχροί και χωρίς ψυχή; Να σας το πω εγώ. Γιατί ξόδεψαν τα νιάτα τους άσκοπα κι έχασαν ό,τι παιδικό είχαν μέσα τους. Το ποδόσφαιρο δεν το βλέπουν σήμερα σαν παιχνίδι, αλλά ως επάγγελμα.
Γεβγένι Γιεφτουσένκο (Ρώσος Ποιητής)

 

Φώτο . Αστέρας Εξαρχείων    ηλιθίων 

Πιο κάτω σβήστηκε και το μαύρο αστέρι, κοινό σήμα των αντιεξουσιαστών και της ομάδας, αν και όπως αναφέρει ο γνωστότερος παίκτης της ιστορίας της, ο Νίκος Αλέφαντος, η αρχική ονομασία η οποία διατηρήθηκε και μέχρι τη δεκαετία του '60 ήταν Λευκός Αστήρ Εξαρχείων (για την ακρίβεια Λυκαβηττού) μέχρι την αναγκαστική συγχώνευση με την ΑΣΕΝ που διέταξε η Χούντα [1], οπότε πήρε την σημερινή ονομασία με το σημερινό σύμβολο, το μαύρο αστέρι. Κάποια στιγμή η ομάδα υιοθετήθηκε από το "χώρο" και το μαύρο αστέρι συνέπεσε με την ιδεολογία της κερκίδας, όπότε ήταν επόμενο να συγκεντρώνει πλέον το μένος των εθνικιστών/φασιστών, που προφανώς μουτζούρωσαν το σύνθημα, και όχι των αντιπάλων οπαδών του ΠΑΟ Ρουφ, της Αρμενικής ή του Νικολακάκη (τι είναι αυτό; ομάδα-αντιπροσωπεία αυτοκινήτων;). Το θέμα της "Συνθηματολογίας V" είναι οι "κινηματικές ομάδες".

Αρκετά πιο παλιά το γήπεδο ήταν για πολύ κόσμο μια έξοδος της κυριακής, σαν το σινεμά, ένα εμπορικό λαϊκό θέαμα. Έκανες τη βόλτα σου, με την οικογένεια το πρωΐ, έτρωγες το μεσημέρι και μετά μπορεί να πήγαινες με παρέα να δείτε ένα ματσάκι. Όχι απαραίτητα της ομάδας που υποστήριζες. Mπορεί να πήγαινες σε άλλο γήπεδο. Έτσι, για τη διασκέδαση. Τα πράγματα σήμερα έχουν φυσικά αλλάξει. Την Κυριακή μπορεί να δουλεύεις, ματς μπορεί να έχει οποιαδήποτε ώρα και ημέρα (ας όψονται τα τηλεοπτικά δικαιώματα) και η μπάλα που παίζεται στην Ελλάδα δεν σε τρελαίνει κιόλας, ή μάλλον, για να το πούμε ωμά, το κλίμα στο γήπεδο (κερκίδα και αγωνιστικό χώρο) είναι άρρωστο. Πολύ άρρωστο. Θα πει κανείς, παλιά δηλαδή ήταν όλα εντάξει; Θα μας πιάσει νοσταλγία σαν τις ελληνικές ταινίες; Πάντα υπήρχαν "άρρωστοι", αλλά τόσοι-σε σχέση με όσους πηγαίνουν στο γήπεδο-και τόσο "άρρωστοι" ποτέ.

Πλέον, όποιος πάει στο γήπεδο συνήθως κάτι ψάχνει και αυτό δεν είναι να σκοτώσει την ώρα του. Η παλιά εποχή πέρασε. Δεν θα πλατιάσω και θα πω ότι ανάμεσα σ' αυτούς που κάτι ψάχνουν είναι εσχάτως και οι αντιεξουσιαστές/αναρχικοί μαζί και αρκετοί αριστεροί.  Τι ψάχνουν; παρά τις-ειλικρινείς-διακηρύξεις για ένα καθαρό ποδόσφαιρο, χωρίς οπαδούς -πελάτες, λαμόγια, στοίχημα, εταιρίες, χορηγούς κλπ, ψάχνουν για ένα χώρο παρέμβασης. Τι σόι χώρος παρέμβασης είναι όμως το (σημερινό) ποδόσφαιρο;

Οι ακροδεξιοί (στους οποίους χρεώνω το μουτζούρωμα του συνθήματος) έχουν μια μάλλον πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το ποδόσφαιρο. Βλέπουν ότι η πυραμίδα ιδιοκτήτης-οργανωμένος οπαδός-φίλαθλοι έχει παγιωθεί, δεν αλλάζει στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο, η ισχύς του εκάστοτε ιδιοκτήτη είναι αναμφισβήτητη-ως ρόλος, όχι ντε και καλά το πρόσωπο. Η κερκίδα κινείται στους ρυθμούς που θέλει ή προκαλεί ο "επενδυτής" [2], οπότε να την κάνουν δική τους δεν μπορούν. Μπορούν όμως να μπούν στη δούλεψή του, να του οργανώσουν την πελατεία, ώστε αυτός να τους παραχωρήσει κάποια προνόμια και αυτοί να κάνουν ανεμπόδιστα τη δουλειά τους, να στρατολογούν δηλαδή πιτσιρικαρία. Εξάλλου, το βλέμμα τους πλέον είναι έξω, στην κεντρική πολιτική σκηνή, όπου το οπαδιλίκι είναι κι αυτό ένα μέσο [3]. Και σήμερα το γήπεδο σε αυτήν την κοινωνία είναι ένας χώρος που ευνοεί τη μισαλλοδοξία, τον ρατσισμό και τον εθνικισμό, ευνοεί δηλαδή αντικειμενικά τη δράση των φασιστικών ομάδων. Μην ξεχνάμε ότι η "Χρυσή Αυγή" είχε οργανώσει σύνδεσμο καθαρά προσκείμενο σ' αυτήν, την Γαλανόλευκη Στρατιά. Δεν υπάρχει νομίζω άλλη οργάνωση που να έχει σαν ένα από τα "μετωπικά σχήματά" της ένα σύνδεσμο οπαδών.

Θεωρητικά μιλώντας οι αναρχικοί (κατ' επέκταση και οι αριστεροί) δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο πράγμα, δεν μπορούν να κάνουν δηλαδή κομπρεμί με τον "πρόεδρα", που πολλές φορές είναι ακόμα και εφοπλιστής, γιατί είναι έξω από τις αρχές τους κάτι τέτοιο. Μα δεν είναι μόνο η νύφη, ούτε ο γαμπρός θα ήθελε να εκκολάψει έναν μπελά μέσα στο σπιτικό του, ο οποίος θα στραφεί κάποια στιγμή εναντίον του με μαθηματική σιγουριά, ανεξάρτητα μάλιστα από τυχόν αγωνιστικές αποτυχίες, όπως συμβαίνει συνήθως. Ο γάμος είναι αδύνατος και όπου θρυλείται ότι έχει επιτευχθεί θα πρέπει πρώτα απ' όλα να αναρωτηθεί κανείς πρώτα απ'όλα για το...ποιόν της νύφης. Η συγκατοίκηση δεν μπορεί να είναι αρμονική.

Στο μυαλό πολλών έρχεται η Ομόνοια Λευκωσίας που μάλλον είναι (ήταν) μια ιδιάζουσα περίπτωση, για να αναφέρω μια πιθανή εξαίρεση, στην οποία οι φίλαθλοι και οι διοικήσεις είχαν αναφορά εξαρχής με ένα αριστερό κόμμα, το ΑΚΕΛ. Ακολουθείται δηλαδή μια παράδοση για την οποία δεν τέθηκε ποτέ ζήτημα πολιτικών συσχετισμών στην κερκίδα. Είσαι κάτοικος της Λευκωσίας; Είσαι με το ΑΚΕΛ; Άρα πιθανότατα είσαι Ομόνοια. Πλέον η ένσταση είναι βέβαια στο τι είναι το ΑΚΕΛ και τι σχέση έχει με τη διοίκηση της ομάδας, αλλά δεν είναι της παρούσης.

Κοιτάζοντας το παράδειγμα λοιπόν της Ομόνοιας, δηλαδή μιας ομάδας που φτιάχτηκε με πολιτικά χαρακτηριστικά εξαρχής, και με δεδομένο ότι, πρώτον, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο δεν μπορεί όσο διατηρείται το καπιταλιστικό σύστημα να επιστρέψει στο ερασιτεχνικό άθλημα που ήταν τον 19ο αιώνα και, δεύτερον, ότι και η πολιτική παρέμβαση μέσα σ'αυτό περνάει από συμπληγάδες πέτρες, στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια άρχισαν να φτιάχνονται "κινηματικές" ερασιτεχνικές ομάδες. Άλλες, όπως ο Αστέρας Εξαρχείων, υιοθετήθηκαν από τον αντιεξουσιαστικό χώρο, και άλλες δημιουργήθηκαν πρόσφατα, όλες σε αυτοοργανωμένη βάση, όπως ο Τηγανίτης Ηρακλείου, ο Απείθαρχος Ιωαννίνων, ο Μαρίνος Αντύπας κ.α. Ο σκοπός βασικά-και πολλές φορές ομολογημένος- είναι να παρακαμφθεί όλο αυτό το άρρωστο επαγγελματικό σκηνικό του ποδοσφαίρου που δεν αφήνει περιθώρια πολιτικής παρέμβασης. Όμως γρήγορα έγινε ορατό ότι το ποδόσφαιρο είναι το μέσο, όχι ο σκοπός.

Πραγματικοί πρωταγωνιστές δεν είναι τόσο οι παίχτες, κάτι που κουτσά στραβά ισχύει στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όσο η κερκίδα. Οι παραπάνω ομάδες ουσιαστικά φτιάχτηκαν για την κερκίδα. Άλλωστε, αν κάποιος θέλει απλά να παίξει ποδόσφαιρο μπορεί να γραφτεί σε μια οποιαδήποτε ερασιτεχνική ομάδα. Υπάρχουν δεκάδες τέτοιες σε μια μεγάλη πόλη που ούτε βλέψεις έχουν να γίνουν επαγγελματικές ούτε η νοοτροπία τους είναι επαγγελματική. Για παράδειγμα, οι ομάδες που μετέχουν στο εργασιακό πρωτάθλημα ή οι ομάδες που συμμετέχουν στο Β' και Γ' τοπικό. Μπορεί επίσης να φτιαχτεί μια ομάδα χωρίς κερκίδα, μια ομάδα αυτοδιοικούμενη για τη χαρά του αθλητισμού, με οπαδούς τους φίλους, συγγενείς κλπ. Η διάσταση αυτή του αθλητισμού σήμερα φαίνεται εντελώς παρωχημένη για την πλειοψηφία των φιλάθλων. Ο αθλητισμός ταυτίζεται-έστω και ασυνείδητα-με τον επαγγελματικό αθλητισμό (αμοιβόμενοι ποδοσφαιριστές, χορηγίες, στοίχημα, παράγοντες και μεγαλοπαράγοντες) και για το σύνολο σχεδόν των φιλάθλων ο αθλητισμός δεν είναι παρά κυρίως ένα θέαμα, που όπως όλα τα θεάματα έχει κοινό. Μάλιστα, εύκολα διαπιστώνει κανείς από κουβέντες και αρθρογραφία ότι για μια μεγάλη μερίδα του κοινού αυτού, το ζητούμενο ουσιαστικά είναι να φτιαχτεί αυτό το θέαμα, να αλλάξει η κατάσταση στην κερκίδα, να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός.
Όμως το αίτημα-για όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται για τον αθλητισμό-σήμερα είναι άλλο: να εξασφαλιστεί το δικαίωμα όλων στην άθληση γενικά, στα αθλήματα ειδικότερα, και με ισότιμους όρους. Το οποίο σημαίνει κινητοποιήσεις και διεκδικήσεις για αθλητικούς χώρους, για καλυτέρευση των υπαρχόντων, για ελεύθερη πρόσβαση όλων σε αυτούς, για ενίσχυση του ερασιτεχνικού αθλητισμού χωρίς διακρίσεις σε δημοφιλή και μη δημοφιλή αθλήματα και για σωστή αθλητική παιδεία. Στα σχολεία, για παράδειγμα, το μάθημα φυσικής αγωγής έχει υποβαθμιστεί σε τέτοιο βαθμό που τα παιδιά οδηγούνται σε ιδιωτικές σχολές και ομάδες (αθλητικές, χορευτικές), με το αζημίωτο φυσικά. Οι εγκαταστάσεις στα σχολεία είναι από υποτυπώδεις έως ανύπαρκτες ή εντελώς ανεπαρκείς, κάτι που ισχύει και για τα γυμναστήρια, κολυμβητήρια, κλπ, γεγονός που οδηγεί και τους ενήλικες να "αγοράζουν" δραστηριότητες για να κερδίσουν τα οφέλη που ο αθλητισμός προσφέρει στη ζωή του ανθρώπου. Την σωματική, ηθική και πνευματική βελτίωση της προσωπικότητάς του.
Η ουσία αυτή του ερασιτεχνικού αθλητισμού ξεφεύγει από την οπτική των αντιεξουσιαστών, εκείνων που ασχολούνται με τις "κινηματικές" ομάδες. Σε μια προκήρυξη του Τηγανίτη με θέμα την "κάρτα φιλάθλου" διαβάζουμε (υπογράμμιση δική μου):

Για αρχή να πούμε ότι το γήπεδο είναι ένας ζωντανός οργανισμός [...] Στο γήπεδο χοροπηδάς, τραγουδάς και πορώνεσαι. Είναι ζωντανή και θορυβώδης διαδικασία, έχει αγωνία και συναισθήματα γιατί μόνο έτσι είναι ευχάριστο το ματς. Το κράτος όμως δεν γουστάρει. Θέλει να γίνουμε Αγγλία. Θέλει να μετατρέψει την Κυριακή σε ένα ξενέρωτο θεατρικό δρώμενο που στο επίκεντρο δεν είναι η χαρά του παιχνιδιού αλλά ο φορολογούμενος και η τσέπη του [...] οι ομάδες όμως δεν είναι οι πρόεδροι τους αλλά ο κόσμος τους.

Στο παραπάνω απόσπασμα, στο επίκεντρο είναι εμφανώς η κερκίδα (οι παίκτες δεν αναφέρονται, μόνο ο πρόεδρος και ο κόσμος), αυτοί που βλέπουν άλλους να παίζουν, και διεκδικούν έναν ρόλο, όμως τελικά σε τι; Σε ένα θέαμα. Έτσι, γίνεται κριτική στις παθογένειες που παρουσιάζει ένα θέαμα στον καπιταλισμό και όχι στο ζήτημα της μετατροπής ενός σπορ σε μια μορφή θεατρικής παράστασης με κοινό, το οποίο επίσης δίνει τη δική του παράσταση. Σε ένα άλλο κοινό που βρίσκεται είτε μέσα είτε έξω από το γήπεδο. Ένας αθλητικός αγώνας δεν είναι φυσικά θεατρική παράσταση, δηλαδή συνδυασμός λόγου-εικόνας και επικοινωνίας για να απαιτεί αναγκαστικά δέκτες-θεατές. Έχει άλλη φύση. Εδώ, ο "διάλογος" μεταξύ αθλητή και θεατή είναι υποτυπώδης. Ένας θεατής ποδοσφαίρου θαυμάζει ίσως μια αρμονία-αν υπάρχει-στις κινήσεις παικτών ή ομάδας, χαζεύει (ζηλεύει) το πάθος και τη σωματική προσπάθεια, ενδεχομένως να γοητευτεί κατά τι περισσότερο και να αρχίζει κι αυτός να ασχολείται ενεργά, δηλαδή να παίζει, να περνάει την ώρα του. Δεν κερδίζει όμως τίποτα άλλο. Ο αθλητής από τη μεριά του μπορεί να παίξει και χωρίς κοινό και να νιώσει την ευχαρίστηση ότι απέδωσε καλά και χωρίς τις επευφημίες και τα χειροκρότημα τρίτων. Έτσι είναι ο αθλητισμός. Στο θέατρο κάτι τέτοιο δεν έχει νόημα: ο θεατής είναι απαραίτητος. Η κερκίδα λοιπόν, παρά την αμφίδρομη σχέση που αναμφίβολα αναπτύσσει με τους αθλητές, είναι κάτι ξεχωριστό από το άθλημα και όχι οργανικά συνδεδεμένο με αυτό. Αποτελεί μια προσθήκη η οποία-κατά τη γνώμη μου-δεν μπορεί να αποκτήσει μεγαλύτερη σπουδαιότητα από αυτήν που περιγράφτηκε παραπάνω.

Η κουβέντα εντούτοις για το ποδόσφαιρο πάρα πολύ συχνά περιστρέφεται γύρω από τους φιλάθλους: ποια ομάδα έχει τους περισσότερους (λες και αυτό είναι το κριτήριο για το αν μια ομάδα είναι καλή), ποιοι είναι φανατικότεροι, τι είδους φίλαθλοι είναι (ταξική και πολιτική προέλευση). Είναι δικαιολογημένη η ύπαρξη κερκίδας; Φυσικά. Από την στιγμή που όλοι οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τον αθλητισμό, λογικό είναι και να τον παρακολουθούν, και όχι μόνο να αθλούνται (βασική ανάγκη του ανθρώπου). Όμως δεν είναι μόνο αυτός ο παράγοντας συσπείρωσης των ανθρώπων γύρω από τις ομάδες. Ούτε η εποχή ίδια. Και δεν είναι όλες οι κερκίδες ίδιες. Εδώ σημαντικός παράγοντας είναι η προέλευση της ομάδας, τόσο η ιστορική όσο και η κοινωνική ή η εθνική. Στις μορφές συλλογικής ένταξης δεν υπάρχουν μόνο η κομματική και η ταξική. Η κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων καθορίζεται από πολλαπλές εντάξεις και ρόλους (έθνος, οικογένεια, θρησκεία, ιδιαίτερη καταγωγή, αθλητικές ομάδες), που αναπτύσσουν διάφορες συλλογικές ταυτότητες, τις οποίες τα κόμματα υποτιμούν με αποτέλεσμα να μην αναπτύσσεται με θέρμη η κομματική ένταξη. Με αυτήν την έννοια, ο αντιεξουσιαστικός χώρος στην Ελλάδα προσφέρει στους οπαδούς του και μια δεύτερη συλλογική ταυτότητα, η οποία μάλιστα είναι και αντιπαραθετική με αυτή του οπαδού επαγγελματικής ομάδας, είναι συναφής σε κάποια σημεία με την πολιτική. Δρα λοιπόν ενισχυτικά της βασικής, της πολιτικής.

Τα δύο βασικά ζητούμενα λοιπόν είναι η παρέμβαση και η δεύτερη συλλογική ταυτότητα. Τα όρια καθορίζονται εξωτερικά, από τον βαθμό συμμετοχής αυτών των ομάδων στα πρωταθλήματα που έχει θεσπίσει η ΕΠΟ (με τον βαθμό επαγγελματισμού τους), αλλά και εσωτερικά, από τον βαθμό ανάλυσης της φύσης του ποδοσφαίρου και της ένταξης των εγχειρημάτων σε μια γενικότερη θεώρηση και διεκδίκηση στον χώρο του αθλητισμού.


Σημειώσεις:
[1]: Από τη σαιζόν 1967-1968, οι κατηγορίες των εθνικών πρωταθλημάτων ποδοσφαίρου αναδιαρθώθηκαν και πολλές ομάδες ανά την Ελλάδα αναγκαστικά συγχωνεύτηκαν, σύμφωνα με τον στόχο του τότε χουντικού ΓΓ Αθλητισμού να εκπροσωπείται η κάθε πόλη στην πρώτη ή σε έναν από τους τρεις ομίλους της δεύτερης εθνικής. Θύματα φυσικά ήταν και τα σωματεία με προοδευτικό κόσμο στις διοικήσεις τους ή στην κερκίδα τους, όπως ο Εργοτέλης του Ηρακλείου που αναγκάστηκε να υποβιβαστεί και να ενισχύσει με τους σημαντικότερους παίχτες του την ομάδα που η Χούντα προόριζε να εκπροσωπήσει το Ηράκλειο, τον ΟΦΗ.
[2]: "Θα φέρω παίχτες να χασισώνονται οι οπαδοί" που είπε κάποτε ένας πρόεδρος μεγάλης ΠΑΕ.
[3]: Βλέπε και το ντοκυμανταίρ του Τάσου Αλευρά "What politica", για τους οργανωμένους οπαδούς του Ολυμπιακού και τη σχέση ορισμένων επιφανών απ' αυτους με τη "Χρυσή Αυγή".

Παραπομπές:

https://antigeitonies.blogspot.gr/2017/06/blog-post_124.html
http://www.efsyn.gr/arthro/oi-sklavoi-ekatommyrioyhoi-podosfairistes

Διαβάστε και: 

#7 H αναμέτρηση δυο ποδοσφαιρικών σχολών

#26 Μικρά της Ιστορίας VΙΙΙ (Γιουβέντους-Τορίνο)

-------------------------------------------------------------------------------

  Όλες οι Συνθηματολογίες> εδώ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου