Πέμπτη 1 Αυγούστου 2019

#4 Ταινία: "Η Αναπαράσταση"


"Η ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ"

Μια πραγματική ιστορία (μετανάστευσης)

                                                                                                                                    του «Ιδεογράφου»

Η «Αναπαράσταση» ήταν η πρώτη του Θόδωρου Αγγελόπουλου και γυρίστηκε το 1970 στα Ζαγοροχώρια. Η ομορφιά του τοπίου της Ηπείρου είναι απαράμιλλη· ιδανικό μέρος για τη λήψη πλάνων, όπως αυτά που έκαναν ευρέως γνωστό τον διεθνούς φήμης σκηνοθέτη. Το χωριό στο οποίο διαδραματίζεται το έργο είναι υποθετικό. Το ονομάζει Τυμφαία, ενώ έχει και πλάνα από τα Γιάννενα. Το χωριό έχει αποδεκατιστεί από την μετανάστευση στη Δυτική Γερμανία. Μόνο σε μια πόλη της Δυτικής Γερμανίας βρίσκονται διακόσια ογδόντα άτομα, αναφέρει ένας αναπομείνας κάτοικος στους δημοσιογράφους που ήρθαν να κάνουν ρεπορτάζ για το ερωτικό έγκλημα που είναι, υποτίθεται, το θέμα της ταινίας. Υποτίθεται, γιατί το έγκλημα, του οποίου προσπαθεί να κάνει αναπαράσταση (εξ ου και ο τίτλος της ταινίας) ο εισαγγελέας και η χωροφυλακή, είναι τελικά δευτερεύον. Ο Αγγελόπουλος κάνει μια ταινία για την μετανάστευση, κι ας παραπλανούν (κατά κάποιο τρόπο) τα δημοσιεύματα ότι πρόκειται για μια αληθινή ιστορία, εκείνη που πιάνει και αναπτύσσει. 


Ένας μετανάστης γυρίζει μετά από χρόνια δουλειάς στη Δυτική Γερμανία στο χωριό όπου βρίσκεται η γυναίκα του και τα τρία παιδιά τους, στην Τυμφαία. Αυτή όμως έχει εραστή τον αγροφύλακα και μαζί τον δολοφονούν. Ο εισαγγελέας ψάχνει να δει πως ακριβώς έγινε το έγκλημα, ποιος από τους δυο έπνιξε με μια τριχιά τον άτυχο μετανάστη Κώστα Γούση. Όμως αυτό δεν έχει σημασία, δεν είναι παρά η βασική πλοκή. Δεν μας νοιάζει εμάς, δεν πολυνοιάζει ούτε τον Αγγελόπουλο. Δεν μας ενδιαφέρει ούτε και γιατί έγινε. Το προφανές. Δεν δίνει καμία ψυχολογική ερμηνεία. Δεν δίνει ούτε ένα διάλογο μεταξύ του ζευγαριού. Δεν ασχολούμαστε με όλο αυτό στην πραγματικότητα. Κι η Χωροφυλακή ψάχνει έναν ένοχο να κλείσει άρον άρον την υπόθεση. Ασχολούμαστε με έναν άλλον θάνατο• της ελληνικής υπαίθρου, της ελληνικής αγροτιάς:
«Στη Γερμανία δουλεύουμε οκτώ ώρες και μετά έχουμε δεκαέξι να κάνουμε ό,τι θέλουμε, να ξεκουραστούμε, να διασκεδάσουμε. Η αγροτική ζωή είναι δύσκολη. Η προβατίνα δεν λογαριάζει ώρες ή αν είναι γιορτή», λέει ένας κάτοικος στον δημοσιογράφο (στον ίδιο τον Αγγελόπουλο). Εξαιρετική σύλληψη του σκηνοθέτη να βάλει δημοσιογράφους να ρωτάνε τους κατοίκους για την μετανάστευση, όσο διαρκεί η διελεύκανση του εγκλήματος. Είναι το κλειδί της ταινίας.

Το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος άφησε να ερειπώσουν τα χωριά. Δεν εγγυήθηκε τη διατήρηση της οικονομικής ζωής εκεί. Αραίωσε τον πληθυσμό και για πολιτικούς λόγους, για να στερέψει η λίμνη των κομμουνιστών, της Αριστεράς, γιατί αυτά τα χωριά δώσανε το αίμα τους επί γερμανικής κατοχής και αργότερα στον Εμφύλιο. Και με τα προγράμματα μετανάστευσης στη Δυτική Γερμανία και αλλού, όπου τα χαρτιά γινόταν πανεύκολα- σε μια βδομάδα είχες φύγει- τα χωριά της Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Θράκης δώσανε το 1950-1970 και όσους νέους απέμειναν, που δεν είχαν σκοτωθεί ή φύγει ως πολιτικοί πρόσφυγες. Ο εμπορικός στόλος ανασυγκροτήθηκε με τα λεφτά του Σχεδίου Μάρσαλ και φόρτωσε μετανάστες για κάθε γωνιά της Γης.

Η μετανάστευση πάντα είναι μια κατάρα για τον τόπο από όπου προέρχεται. Ο Αγγελόπουλος δείχνει ένα καταραμένο χωριό. Χαμόγελο δεν βλέπεις στην ταινία, χωρατό, πλάκα. Ένας κάτοικος λέει στο δημοσιογράφο: «μείναμε οι γέροι, και εμείς θα πεθάνουμε κάποια στιγμή».

Στοιχεία της ΕΣΥΕ και άλλα δείχνουν ότι στην πενταετία 1956-1960 μετανάστευσαν 162.000 Ελληνες (το 52% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1961-1965 466.000 (25% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1966-1970 365.000 (38% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1971-1975 177.000 (36% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1976-1977 37.000 (38% στις υπερπόντιες χώρες). Στα αντίστοιχα διαστήματα, το ποσοστό μεταναστών ανδρών στις ηλικίες 20-44 ετών ήταν 72% του συνόλου των αποδημούντων, 79%, 73%, 65% και 66%.

Στη δεκαετία 1961-1971 έφυγαν 892.175 άτομα σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης (βασικά στη λεγόμενη Δυτική Γερμανία), κυρίως άνδρες αλλά και γυναίκες, ηλικίας 18-35 χρόνων. Το 90% προερχόταν από την ελληνική επαρχία, άκληροι, μικροαγρότες, δίχως πείρα βιομηχανικού εργάτη. Συνυπολογίζοντας ναυτεργάτες και όσους καταχωρήθηκαν ως «προσωρινώς μεταναστεύσαντες», ο συνολικός αριθμός ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο εργαζόμενους Έλληνες.
 (πηγή: εφημ. Ριζοσπάστης "Η περίπτωση των Ελλήνων μεταναστών στη Γερμανία" 27/9/2015)

Μια ρημαγμένη χώρα. Αποζημίωσαν οι (δυτικο)γερμανοί για αυτό; Ποτέ! Δεν ήθελαν, μα δεν ζήτησε και το ελληνικό κράτος, ένα τρομερό σκάνδαλο που σέρνεται μέχρι τις μέρες μας. Το αντίθετο: η χώρα αυτή αναστηλώθηκε από την δουλειά εκείνων που προηγουμένως ρήμαξαν. Στο σενάριο δεν γίνεται νύξη για όλα αυτά (χωρίς να γνωρίζει κανείς αν το είχε βέβαια και πρόθεση ο Αγγελόπουλος), άλλωστε γυρίστηκε επί Χούντας και κάθε πολιτικό σχόλιο θα δημιουργούσε άμεση επέμβαση των «παττακών».

Η ταινία προκαλεί μια θλίψη. Τέτοια φύση, τέτοιοι άνθρωποι... Ο Αγγελόπουλος στην «Αναπαράσταση», μιλάει με πλάνα κυρίως. Κάθε πλάνο είναι και μια σκέψη που σε υποβάλλει να κάνεις. Γενικά, στα περιβόητα πλάνα των ταινιών του Αγγελόπουλου δεν μιλάει μόνο η εικόνα ως εικόνα (που την θαυμάζει κανείς). Μιλάει και η αργή εναλλαγή τους που παράγει συγκεκριμένα συναισθήματα. Αργά, ατελείωτα πλάνα ίσον αργός ρυθμός. Τι ρυθμό έχει η ζωή σε ένα ρημαγμένο ορεινό χωριό της Ηπείρου που έχει χάσει το βασικό παραγωγικό του δυναμικό; Αργό! Άρα δένουν τα πλάνα απόλυτα με την πλοκή του έργου. Ο Αγγελόπουλος δε θέλει να νιώσει ο θεατής σε εγρήγορση. Όταν χρειάζεται το γρηγορεύει λίγο, αλλά επανέρχεται αμέσως στην φυσιολογική ζωή και τους ρυθμούς της. Ακόμα και το έγκλημα αντιμετωπίζεται έτσι: Οι μέρες κυλούν.

Μιλάει με μουσική επίσης. Με μικρούς διαλόγους. Όλα δεμένα λιτά. Με την πλοκή, επίσης: Αν κάποια στιγμή, εσύ ο θεατής χάνεις το ενδιαφέρον σου για το πως ακριβώς έγινε το έγκλημα, σημαίνει πως είναι σκόπιμο. Ο Αγγελόπουλος σου λέει: Μην επικεντρώνεις σε αυτό. Έγινε. Να δούμε τι γίνεται γύρω και έξω από αυτό. 

Φυσικά αυτό είναι αντιεμπορικό με τα δεδομένα της κυρίαρχης τάσης του κινηματογράφου, του Χόλλυγουντ κυρίως, ενός κινηματογράφου που δημιουργήθηκε σε άλλη κοινωνία, σε μεγαλουπόλεις των καταιγιστικών ρυθμών. Η «Αναπαράσταση» κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης και έλαβε στη συνέχεια ευρωπαϊκές διακρίσεις. Μιλώντας για την ταινία αυτή, στον δημοσιογράφο Γ. Πηλιχό, ο Αγγελόπουλος ανέφερε:

…Έκανα την "Αναπαράσταση" επειδή είχα την ανάγκη να κάνω ένα έργο που να προσπαθεί να δει και να ακούσει αυτή τη γεύση του θανάτου, που ανακάλυπτα κάθε πρωί στη γωνιά του δρόμου μου, αλλά βέβαια μεταφερμένη σε έναν χώρο όπως το χωριό που γύρισα, όπου ένα κοινό έγκλημα θα μου έδινε ευκολότερα τη δυνατότητα αναφοράς σε αυτήν. Τίποτα πιο κοινό από ένα έγκλημα αλλά και τίποτα πιο λειτουργικό από αυτό για το σύστημα αναφορών που έθεσα σε κίνηση στην "Αναπαράσταση". Μοίρα του χωριού, μοίρα των Ελλήνων, μοίρα της γυναίκας, μοίρα μιας κατά μόνας εξέγερσης που, όπως κάθε κατά μόνας εξέγερση, καταλήγει στην αποτυχία: αυτή είναι η "Αναπαράσταση" και οι αιτίες μου γι' αυτήν.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου