«Καθεστώς εξαίρεσης και καθεστώς έκτακτης ανάγκης», του Τζιόρτζιο Αγκάμπεν
Μετάφραση άρθρου από το quodlibet.it
Του «Ιδεογράφου»
Καθεστώς εξαίρεσης και καθεστώς έκτακτης ανάγκης
Ένας νομικός τον οποίον κάποτε εκτιμούσα, σ' ένα άρθρο πρόσφατα δημοσιευμένο σε μια φιλοκυβερνητική εφημερίδα, προσπαθεί να δικαιολογήσει με νομικίστικα επιχειρήματα το καθεστώς εξαίρεσης που για άλλη μια φορά κήρυξε το κράτος. Ξαναπιάνοντας, χωρίς να το ομολογεί, την σμιτιανή διάκριση ανάμεσα στην εντεταλμένη δικτατορία, η οποία έχει σκοπό να διατηρήσει ή να αποκαταστήσει το ισχύον καθεστώς, και στην κυριαρχική δικτατορία που στοχεύει αντιθέτως να εγκαθιδρύσει μια νέα τάξη, ο νομικός αυτός κάνει διάκριση μεταξύ εξαίρεσης και έκτακτης ανάγκης (ή όπως θα ήταν ακριβέστερο, μεταξύ κατάστασης εξαίρεσης και κατάστασης έκτακτης ανάγκης).
Η επιχειρηματολογία στην πραγματικότητα δεν έχει καμία νομική βάση, απ' την στιγμή που κανένα σύνταγμα δεν μπορεί να προνοήσει και το θεμιτό δικαίωμα ανατροπής του. Γι' αυτό, σωστά, στο κείμενό του πάνω στην "Πολιτική Θεολογία", το οποίο περιέχει τον περίφημο ορισμό του Κυρίαρχου, ως εκείνου «που αποφασίζει για το καθεστώς εξαίρεσης», ο Σμιτ μιλάει απλά για Ausnahmezustand, «καθεστώς εξαίρεσης», που στην γερμανική θεωρία (και πέρα απ' αυτήν) επιβλήθηκε ως τεχνικός όρος για να ορίσει αυτήν την γκρίζα ζώνη μεταξύ του δημόσιου δικαίου και του πολιτικού γεγονότος και μεταξύ του νόμου και της αναστολής του.
Ξαναπιάνοντας την πρώτη σμιτιανή διάκριση, ο νομικός επιβεβαιώνει ότι η έκτακτη ανάγκη είναι συντηρητική, ενώ η εξαίρεση νεωτεριστική. «Στην έκτακτη ανάγκη προστρέχει κανείς για να επιστρέψει το ταχύτερο δυνατόν στην κανονικότητα· στην εξαίρεση, αντιθέτως, για να σπάσει τον κανόνα και να επιβάλει μια νέα τάξη». Το καθεστώς έκτακτης ανάγκης «προϋποθέτει την σταθερότητα ενός συστήματος»· «το καθεστώς εξαίρεσης, αντιθέτως, τη διάλυσή του που ανοίγει τον δρόμο σ' ένα διαφορετικό σύστημα».
Η διάκριση είναι προδήλως πολιτική και κοινωνιολογική και μας ξαναγυρίζει σε μια προσωπική εκτίμηση πάνω στην υπάρχουσα κατάσταση του συστήματος που εξετάζουμε, πάνω στην σταθερότητά του ή στη διάλυσή του και πάνω στις προθέσεις εκείνων που έχουν την ισχύ να διατάξουν μια αναστολή του νόμου που, από νομικής άποψης, είναι στην ουσία πανομοιότυπη διότι, στις δυο αυτές περιπτώσεις, καταλήγει στην καθαρή και απλή αναστολή των συνταγματικών εξασφαλίσεων. Όποιες και να είναι οι προθέσεις του- που κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι εκτιμά με σιγουριά- το καθεστώς εξαίρεσης είναι ένα και μοναδικό και, άπαξ διακηρυγμένο, δεν προβλέπει καμία νομική αναφορά που να έχει τη δυνατότητα να εξακριβώσει την αλήθεια ή την βαρύτητα των συνθηκών που το καθόρισαν.
Δεν είναι τυχαίο που ο νομικός έγραψε σε κάποιο σημείο: «Το ότι σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μια επείγουσα υγειονομική κατάσταση μου φαίνεται αδιαμφισβήτητο». Μια υποκειμενική γνώμη, η οποία πηγάζει παραδόξως από κάποιον που δεν μπορεί να διεκδικήσει κάποιο ιατρικό κύρος, και στην οποία είναι δυνατόν να αντιπαραθέσει άλλες σίγουρα πιο σοβαρές· τόσο που παραδέχεται ότι «από την επιστημονική κοινότητα καταφθάνουν αντιφατικές απόψεις» και που συνεπώς εκείνος που αποφασίζει είναι σε τελική ανάλυση αυτός που έχει την εξουσία να νομοθετήσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Το καθεστώς έκτακτης ανάγκης, συνεχίζει, αντίθετα από εκείνο της εξαίρεσης, που περιλαμβάνει αόριστες εξουσίες, «περιέχει μόνο τις εξουσίες που αποσκοπούν στον προκαθορισμένο στόχο της επαναφοράς στην κανονικότητα» και εντούτοις παραδέχεται αμέσως μετά, αυτές οι εξουσίες «δεν δύναται να προσδιοριστούν προληπτικά». Δεν χρειάζεται μια μεγάλη νομική γνώση για να αντιληφθεί κανείς ότι, απ' την άποψη της αναστολής των συνταγματικών εγγυήσεων (που θα έπρεπε να ήταν το μόνο που θα είχε σημασία), ανάμεσα στα δυο καθεστώτα δεν υπάρχει καμία διαφορά.
Η επιχειρηματολογία του νομικού είναι διπλά απατηλή διότι όχι μόνο εισάγει ως νομική μια διάκριση που δεν είναι, αλλά και, για να δικαιολογήσει με κάθε κόστος το καθεστώς εξαίρεσης που νομοθετήθηκε απ' την κυβέρνηση, αναγκάζεται να ανατρέξει σε επιπόλαια και συζητήσιμα επιχειρήματα που ξεφεύγουν από την αρμοδιότητά του. Και τούτο είναι πιο εντυπωσιακό απ' την στιγμή που θα έπρεπε να γνωρίζει ότι σ' αυτό που για εκείνον είναι μόνο ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης έχουν ανασταλεί και παραβιαστεί συνταγματικές εγγυήσεις και δικαιώματα που δεν αμφισβητήθηκαν ούτε ανάμεσα στους δυο παγκόσμιους πολέμους και τον φασισμό· ότι δεν πρόκειται για μια πρόσκαιρη κατάσταση επιβεβαιώνεται βίαια από τους ίδιους τους κυβερνώντες, που δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν ότι ο ιός όχι μόνο δεν εξαφανίστηκε, αλλά μπορεί να επανεμφανιστεί ανά πάσα στιγμή.
Είναι, ίσως, εξαιτίας ενός κατάλοιπου πνευματικής τιμιότητας, που, στο τέλος του άρθρου, ο νομικός κάνει αναφορά στις απόψεις αυτών που «αν και χωρίς καλά επιχειρήματα, ισχυρίζονται πως- ανεξάρτητα από τον ιό- ολόκληρος ο κόσμος ζει όπως και να 'χει πάνω-κάτω σε ένα καθεστώς εξαίρεσης» και πως «το κοινωνικό-οικονομικό σύστημα του καπιταλισμού» δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις κρίσεις με τους μηχανισμούς του κράτους δικαίου.
Με αυτήν την οπτική, εκείνος δέχεται ότι «η πανδημική εξάπλωση του ιού που κρατάει αιχμάλωτες ολόκληρες κοινωνίες είναι μια σύμπτωση και μια απρόβλεπτη ευκαιρία, που αρπάχτηκε για να τεθεί υπό έλεγχο ο υποτελής λαός». Είναι θεμιτό εδώ να τον καλέσουμε να συλλογιστεί με περισσότερη προσοχή πάνω στην κοινωνική κατάσταση που ζει και να θυμηθεί πως οι νομικοί δεν είναι μονάχα, που δυστυχώς είναι εδώ και πολύ καιρό, γραφειοκράτες στους οποίους απόκειται μόνο η υποχρέωση να δικαιολογούν το σύστημα εντός του οποίου ζουν.
Τζιόρτζιο Αγκάμπεν 30 Ιουλίου 2020
Σημειώσεις:
Η μετάφραση και η δημοσίευση του άρθρου δεν συνεπάγεται απαραίτητα συμφωνία. Οι εντός αγκυλών προσθήκες είναι δικές μου.
Giorgio Agamben: Σύγχρονος ιταλός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στη Ρώμη το 1942
Καρλ Σμιττ: (Karl Schmitt) Νομικός και πολιτειολόγος, κορυφαίο στέλεχος του ναζιστικού κόμματος της Γερμανίας (NSDAP) και του ναζιστικού καθεστώτος. "Ο Schmitt διέκρινε αυτό που ονόμασε «κομισαριακή» (ή εντεταλμένη) δικτατορία από την «κυριαρχική» δικτατορία. Η πρώτη αφορά την ανακήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης με σκοπό τη διάσωση της έννομης τάξης (μια παροδική άρση του νόμου, η οποία ορίζεται η ίδια από το ηθικό και νομικό δικαίωμα): η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι περιορισμένη (ακόμα και αν είναι έτσι εκ των υστέρων, δια του νόμου). Από την άλλη, όσον αφορά την «κυριαρχική δικτατορία», ο νόμος αίρεται, όπως και στην περίπτωση της εντεταλμένης δικτατορίας, όχι όμως για να διασώσει τον υπάρχον Σύνταγμα, αλλά, μάλλον για να δημιουργήσει ένα άλλο". (πηγή:http://ikee.lib.auth.gr/record/284281/files/GRI-2016-17190.pdf σελ.5)
Εντεταλμένη δικτατορία και κυριαρχική δικτατορία: Στο ιταλικό κείμενο dittatura commissaria και dittatura sovrana, αντίστοιχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου